Οι Λατίνοι, υποστήριζαν με πάθος πως «Οι ερωτευμένοι είναι άφρονες». Σήμερα, αυτή η διαχρονική, μανιασμένη τρέλα του έρωτα, ζει στην Οδό Κυκλάδων.

Αρκούν σαράντα λεπτά για να περιγράψουν τον έρωτα, να τον εξυμνήσουν, να τον αναδείξουν και να τον μεταδώσουν στο κοινό, που αφουγκράζεται με κομμένη την ανάσα την κάθε λέξη, την κάθε κίνηση;

Κι όμως αρκούν, αν αυτοί που βρίσκονται επί σκηνής και ακροβατούν πάνω στην τετράγωνη κατασκευή, που αποτελεί τον μικρόκοσμό τους, είναι η Στεφανία Γουλιώτη και ο Αργύρης Πανταζάρας, οι οποίοι προσπαθούν να δώσουν ζωή στην πιο περίπλοκη περιοχή της ανθρώπινης φύσης, τον έρωτα.

Πέντε αποσπάσματα από σονέτα του Shakespeare με τον τίτλο «AmorS» ζωντανεύουν από τους δύο πρωταγωνιστές, που μοιάζουν να βιώνουν την απόλυτη σαρκική και συναισθηματική ένωση, στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων

Χωρίς καμία υπερβολή, χωρίς κοστούμια και σκηνογραφία, αλλά με τα ίδια τους τα κορμιά και τον υπέροχο λυρικό λόγο, δημιουργούν ένα αριστουργηματικό «Όλον». Το απόλυτο σύνολο.

Η Στεφανία Γουλιώτη, απλά σπαραχτική. Με ένα ηχόχρωμα φωνής, ένα μέτρο, με υποκριτική αλλά και ανθρώπινη ωριμότητα, μία εσωτερική ένταση και μια κίνηση αιλουροειδούς, αγγίζει τα κείμενα με σεβασμό και μετατρέπεται σε όχημα μεταφοράς συναισθηματικών δονήσεων.

Ο Αργύρης Πανταζάρας, πιο συναισθηματικός απ’ ό,τι τον έχουμε συνηθίσει, ρυθμίζει τους παλμούς του και βιώνει τον έρωτα με ευαισθησία και συστολή, σαν άνδρας που ακολουθεί μαγεμένος τον έρωτα μιας λύκαινας.

Αυτά τα λεπτά, που υπερτονίζουν πόσο κοντά είναι ο έρωτας με τον πόλεμο, έχουν πλαισιωθεί μοναδικά από την χορογραφημένη κίνηση των Rootless Root και της Λίντας Καπετανέα, φέρνοντας τους δύο ηθοποιούς συνέχεια σε επαφή.

Τα σώματα των δύο, έμοιαζαν να πάλλονται σε μια ερωτική πράξη, σε έναν πολεμικό χορό, σε μια μάχη επικράτησης του ισχυρού. Οι κινήσεις τους είχαν μια πλαστικότητα, που μου θύμισε τις κινήσεις ενός καλλιτέχνη, όταν δημιουργεί με πηλό και πλάθει από το χώμα σχήματα και μορφές, οι οποίες μεταλάσσονται, καθώς τα χέρια του αγγίζουν την πρώτη ύλη.

Κι εκει κοντά στον αγγειοπλάστη, τον δημιουργό της ζωής, κοντά στους στίχους του Shakespeare, θυμήθηκα την Μάρω Βαμβουνάκη. «Ο έρωτας χτίζεται απ’ το άκτιστο, πως πραγματώνεται από το εξωπραγματικό, ισορροπεί πάνω απ’ το χάος, σε κινούμενη άμμο περπατά, καθρεφτίζει πρόσωπο στο κάτοπτρο της έλλειψης του». Έτσι κάπως ένιωσα σαράντα λεπτά, παρακολουθώντας μαγνητισμένη.

Posted in See

Γεύσεις που μας ταξιδεύουν στους παιδικούς μας έρωτες.

Φτάνοντας στο γυμνάσιο αποκτήσαμε επιτέλους τη δυνατότητα να βγαίνουμε τα βράδια του Σαββάτου, ως μία συγκεκριμένη ώρα, με τους φίλους μας στο κέντρο της Κηφισιάς και να τριγυρίζουμε πέρα- δώθε. Σημείο συνάντησης, φυσικά, ήταν τα θρυλικά Wendy’s που από τότε που άνοιξαν έγιναν το δεύτερο σπίτι μας. Ήμασταν ηλικιακά ακόμα στη φάση που το Musi Cafe ήταν μόνο για τα Λυκειόπαιδα και τους προχωρημένους γυμνασιακούς. Επιτρεπόταν, προφανώς, να καθόμαστε κι εμείς στο ίδιο πεζοδρόμιο και στα ίδια μαρμαρένια πεζούλια της τράπεζας, αλλά όχι στις προνομιούχες θέσεις.

Αντιθέτως, τα Wendy’s ήταν ο απόλυτος ναός του 13+. Είτε βρίσκαμε τραπέζι μέσα, είτε έξω, είτε στην είσοδο του γειτονικού καταστήματος επίπλων, τα burgers συνδυαζόμενα με σχεσιακές συζητήσεις επιπέδου δημοτικού «πέρασε από εκεί, τον είδα, είναι στο ταμείο», έδιναν και έπαιρναν.

Δίπλα στο στέκι μας, αργότερα, εμφανίστηκαν τα Goody’s, που με τους φίλους μου, τότε, τα σνομπάραμε παραδειγματικά. Ακόμη θυμάμαι τους γελοίους καυγάδες με τον αδερφό μου, που προτιμούσε τα club sandwich του ελληνικού ταχυφαγείου, εν αντιθέσει  με εμένα. Για τέτοιους σοβαρούς λόγους θεωρούσα, πως ο άνθρωπος αυτός ήταν απίθανο να αποτελεί στενό συγγενή μου με αυτές διατροφικές επιλογές.

Εκείνη την περίοδο, μάλιστα, είχαμε φτάσει με τους φίλους μου, να τρώμε κάτι μικρό στα Wendy’s μετά ακριβώς το σχολείο για να μας δουν και να τους δούμε, αμέσως μετά ανακαστικά στο σπίτι το μαμαδίστικο φαγητό και λίγο πριν τα αγγλικά μία ακόμη επίσκεψη στα ίδια τραπέζια, έστω και για μια πατάτες με τυρί λιωμένο και bacon.

Και όπως όλα τα παραμύθια τελειώνουν κάποια στιγμή, τα Wendy’s έκλεισαν και εμείς πλέον μεγαλώνοντας, βάλαμε νέες λέξεις στη ζωή μας, όπως θερμίδες, μεσογειακή διατροφή και ισορροπημένη δίαιτα.

Κι εκεί που είσαι σίγουρος, πως όλα αυτά μοιάζουν με παλιό όνειρο, μία μέρα εμφανίζονται τα Munchy’ s, στον ίδιο ακριβώς χώρο. Στην αρχή μπήκα από περιέργεια, μιας και με τράβηξε το γεγονός ότι δεν μου θύμιζαν καθόλου τα διάφορα super burger restaurants-bars-cocktails- wanna be alternative-stylish, τα οποία είναι ότι πιο μοδάτο, ολίγον βαρετό, πολυπαιγμένο κυκλοφορεί τελευταία στην εστίαση.

Κάθισα, λοιπόν, στον πολύ απλό χώρο του και επέλεξα το burger μου. Και όταν έφτασε μπροστά μου το εξαιρετικό 100% angus burger με μπριοσένιο ψωμάκι, βρέθηκα μπροστά σε μία αποκάλυψη! Η γεύσεις που έστησαν χορό στο στόμα μου, κουβαλούσαν όλες τις αναμνήσεις των παιδικών μου χρόνων. Περίμενα από στιγμή σε στιγμή να μαζευτούν οι κολλητοί μου, να παραγγείλουμε τα πάντα, να φάμε σαν να μην υπάρχει αύριο και να πληρώσουμε όλοι μαζί βγάζοντας ότι χρήματα είχε ο καθένας στις τσέπες του. Και όλες αυτές οι σκέψεις μου δημιούργησαν μια παιδική, ανάλαφρη διάθεση και την μέγιστη ευφορία.

Το Munchy’s, που από τότε έχω επισκεφτεί και απολαύσει πολλάκις, είτε για την ονομαστική μου γιορτή, είτε για συνάντηση κορυφής με τις φίλες μου, είναι για εμένα το απόλυτο, τίμιο μπεργκεράδικο της πόλης. Και ναι, μπορεί να μην είμαι αμερόληπτη, καθότι σε αυτόν τον χώρο έχω ζήσει τα πρώτα μου καρδιοχτύπια, αλλά πόσο αντικειμενική να είμαι κι εγώ στο άκουσμα ότι, πλέον, έχει κάνει την εμφάνιση του στο menu το Bacon Mushroom Melt, με ψιλοκομμένες πατάτες με cheddar και bacon.

Και για τους γνωρίζοντες, εκεί σηκώνεις τα μάτια στον ουρανό και κρατάς ενός λεπτού σιγή για όλες τις μπλούζες τις οποίες έχεις λερώσει στο παρελθόν με το λιωμένο τυρί της κόλασης.

Έ, όχι και Δον Ζουάν ο Χαράλαμπος…

Συζητώντας απόψε με τα κορίτσια στο γραφείο για το ανδρικό φύλο, μπροστά μάλιστα σε έναν συνάδελφό που ξεφυσούσε, ακούστηκαν διάφορες κλασικές φράσεις που αναπαράγονται στις γυναικείες παρέες των almost40something, είτε αυτές οι κυρίες είναι δεσμευμένες,είτε αδέσμευτες, παντρεμένες, χωρισμένες ή λογοδοσμένες.

Η Χρύσα- status: αδέσμευτή σε αυτήν την φάση, απ’ όσο νομίζω- αναφέρθηκε πως πάντα «μπλέκει με τους λάθος άνδρες», εγώ – status: it is complicated- άρχισα τα ψυχαναλυτικά και τους λόγους που επιλέγουμε τους «προβληματικούς» άνδρες και η Μαίρη – status: παντρεμένη και ευτυχισμένη- επέμεινε πως «έχει το ενδιαφέρον της η ανάλυση εις βάθος, αλλά, σε κάθε περίπτωση, βασικότερο ρόλο παίζει η προσωπικότητα του ίδιου του ατόμου.

Αναλογιζόμενη την κουβέντα μας, που προέκυψε για να χαλαρώσουμε και να καταλήξουμε στο πόσο ανώτερα όντα είναι οι γυναίκες, συνειδητοποίησα πως σε όποια φάση κι αν βρίσκεται κάποια στη ζωή της, την απασχολούν τα ίδια ακριβώς θέματα.

Εν αντιθέσει με τον «άμοιρο» συνάδελφο – status: παντρεμένος- που συνέχιζε να ξεφυσά σκεπτόμενος το λόγο που συνεργάζεται με τόσες γυναίκες, αν κατά τη γνώμη μου δεν θα μπορούσε να είχε επιλέξει πιο υγιές εργασιακό περιβάλλον.

Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή. Πριν από λίγο καιρό η φίλη Άννα, μου έστειλε ένα μήνυμα, λέγοντας, λίγο ως πολύ, πως αυτά που υποστηρίζω ως almost40something, που δεν έχει ακόμη ντυθεί νυφούλα, είναι ακριβώς τα ίδια με κάποια γυναίκα η οποία έχει άνδρα και παιδιά. Τότε αναρωτήθηκα αν οι άνδρες είναι ίδιοι σε όλες τις φάσεις τις ζωής τους, σαν να βγαίνουν από φωτοτυπικό μηχάνημα. Μπορεί, λοιπόν, κάτι τέτοιο να ισχύει.

Από εκεί και πέρα, όμως, κάποια ανώτερη δύναμη: οικογένεια, βιολογία, συνθήκες ζωής, εγκέφαλος, έχει πάρει την φωτοτυπία και έχει συμπληρώσει επιπλέον στοιχεία που κάνουν τους άνδρες, τελικώς, να διαφέρουν στις λεπτομέρειες. Αυτές οι λεπτομέρειες τους μεταλλάσσουν από τον Homo Neanderthal, τον άγριο άνθρωπο που κυνηγάει θηρία, στον Homo Sapiens, έναν πιο σκεπτόμενο άνθρωπο, που κατάφερε και οργανώθηκε σε ομάδες.

Κι εκεί κάπου ανοίγει και η συζήτηση για τον σύγχρονο άνδρα- «Homo Syndromus». Το αρσενικό, δηλαδή, που είναι τίγκα στα σύνδρομα και τα συμπλέγματα. Ποιος, όμως, είναι αυτός ο τύπος άνδρα και πότε εμφανίστηκε στην αλυσίδα της ανθρώπινης εξέλιξης; Προφανώς πολύ αργότερα και αφού το ανθρώπινο είδος δημιούργησε κοινωνίες, ο «Σοφός Άνθρωπος» θα άρχισε σιγά-σιγά, λογικά, να αποκτά «θεματάκια» που σχετίζονταν με συναισθηματικά του, λόγω της ανάγκης του να συνυπάρξει με άλλους.

Βέβαια, η ερμηνεία μου αυτή, είναι εντελώς αυθαίρετη και δεν τεκμηριώνεται, βάσει επιστημονικών συμπερασμάτων, αλλά βασίζεται μόνο σε παρατήρηση του ανθρωπίνου είδους, είτε πρόκειται για πρόσωπα υπαρκτά, είτε πρόσωπα φανταστικά, τα οποία ζωντανεύουν μέσα στις σελίδες των παραμυθιών.

Σε σχέση, πάντως, με τα παραμύθια και την αληθινή ζωή, είναι δεδομένο πως καθημερινά συναναστρεφόμαστε ανθρώπους, οι οποίοι με τον έναν ή τον άλλον τρόπο θα μπορούσαν κάλλιστα να είναι σπουδαίοι ήρωες διαφόρων μύθων. Κι επειδή η ζωή τα ‘φερε έτσι και δεν έγιναν ήρωες, αρκούνται στο να ταυτιστούν με αυτούς, αποκτώντας το σχετικό μικρό σύνδρομο που τους συνοδεύει.

Και εκεί κάπου αρχίζει το party μεταμφιέσεων. Και μια μέρα συναντάς τον απόγονο του Δον Ζουάν. Έναν άντρα που επιθυμεί να κατακτήσει πολλές γυναίκες, γνωρίζοντας από την αρχή πως θα τις εγκαταλείψει. Υπόσχεται τα πάντα και για πάντα, δηλώνει ερωτευμένος, κάνοντας απελπισμένες κινήσεις για να κερδίσει την στοργή και τον έρωτα.

Οι ειδικοί, βέβαια, υποστηρίζουν πως η κατάκτηση πολλών γυναικών από έναν άντρα, δηλώνει εκδικητικότητα προς την μητέρα του, με την οποία δεν έχει λύσει ακόμα τα ζητήματά του. Κοινώς, το παιχνίδι είναι πουλημένο και από πριν συμφωνημένο. Αν εσύ, λοιπόν, δεν το πάρεις είδηση νωρίς, θα βρεθείς να προσπαθείς να λύσεις τα θέματα του Χαράλαμπου με το γυναικείο φύλο, τα οποία ξεκινούν από τη μήτρα της Μαμάς του. Εν κατακλείδι, κάνε μας τη χάρη, Χάρη μου και άσε μας στην ησυχία μας!

Κι εκεί που λέμε πως γλυτώσαμε τα χειρότερα, να σου και το Σύνδρομο του Πήτερ Παν, που αφορά σε όλους τους άνδρες που δεν θέλουν να μεγαλώσουν, φοβούνται ν’ αλλάξουν, αν και ζουν στο σώμα ενός ενήλικα.

Αυτή η ενδιαφέρουσα κατάσταση συναντάται τελευταία στην σύγχρονη Ελλάδα, όλο και περισσότερο, όπου έχει μεγάλη πέραση το πρότυπο της ανώριμης συμπεριφοράς. Και εκεί, λοιπόν εμφανίζεται και πάλι σαν ουσιαστική έννοια το «σπίτι» μας, καθώς οι υπερπροστατευτικοί γονείς μπορεί να είναι βασική αιτία, που ένα άτομο εκδηλώνει το συγκεκριμένο ζητηματάκι.

Άλλωστε, όλου του κόσμου οι Πήτερ Παν βιώνουν την εφηβεία σαν μια κατάσταση, που μπορεί να διαρκέσει για πάντα, και εμφανίζουν αδυναμία στη λήψη αποφάσεων, ως προς τη δέσμευση και την τήρηση υποσχέσεων. Κι εκεί, λοιπόν καταλήγεις σαν την Γουέντι και φέρεσαι σαν Μαμά, λύνοντας όλα τα προβλήματα που εκείνος δεν μπορεί. Κι έτσι ο Πέτρος βρίσκει πρόσφορο έδαφος και το παίζει Πίτερ Παν κι εσύ αντί να κάνεις την χαριτωμένη Τίνγκερπελ, καταλήγεις, για να αγαπηθείς, να πρέπει να είσαι καλή και δοτική προς τον Πέτρο-Πίτερ Πάν και ουχί προς τον εαυτό σου. Αίσχος, λοιπόν, και καλή επιστροφή στη Χώρα του Ποτέ απ’ όπου ήρθες!

Αλλά και τα υπόλοιπα πρότυπα των παραμυθιών, που έχουμε από μικροί σε λάθος συμπεράσματα μας οδηγούν, ως προς τις σχέσεις. Η «Σταχτοπούτα» είναι μια ευνουχισμένη γυναίκα και ο πρίγκιπας, λειτουργεί ως σκαλοπάτι για να νιώσει η ίδια ολοκληρωμένη. Δηλαδή μπούρδες! Ευτυχώς για μένα, δεν ανήκω στις γυναίκες που προτιμούν να ζήσουν μία προβληματική σχέση εξάρτησης, ελπίζοντας σε ένα happy end.

Αυτό βέβαια δεν αναιρεί πως κι εγώ, όπως η συνάδελφος Χρύσα και πολλές άλλες almost40something, μπαίνουμε σε έναν κλασικό φαύλο κύκλο δημιουργίας σχέσεων, επιλέγοντας το ίδιο έργο με άλλους πρωταγωνιστές.

Τι γίνεται όμως στα άλλα έργα; Τελικώς και για τις υπόλοιπες ηρωίδες δεν είναι εύκολη η ζωή. Τόσο η Χιονάτη, όσο η Πεντάμορφη και η Ωραία Κοιμωμένη είναι μέσα στις νευρώσεις, που πολλές από αυτές, δυστυχώς, τις «κληρονομήσαμε» κι εμείς. Το μόνο καλό που έχουν όλες αυτές οι κυρίες, εκτός από το ό,τι είναι πανέμορφες, είναι πως στο τέλος τα όνειρά τους γίνονται πραγματικότητα και λατρεύονται παράφορα από υπέροχους άνδρες.

Και αν κι εκείνες, οι οποίες διακατέχονται από τα δικά τους σύνδρομα, στο τέλος κατάφεραν και έζησαν καλά, τότε και εμείς θα ζήσουμε καλύτερα!

 

Όταν ο Άμλετ φόρεσε το παλτό του νεκρού πατέρα του.

Υπάρχουν κάποια έργα κλασικά, τα οποία βλέπω και ξαναβλέπω μέσα στα χρόνια που παρακολουθώ θέατρο, με πολύ διαφορετικές σκηνοθετικές προσεγγίσεις. Όταν παρακολουθώ τέτοια έργα, το αγαπημένο μου παιχνίδι, εφόσον για μένα δεν υπάρχει το ξάφνιασμα της υπόθεσης, το οποίο προκύπτει σε ένα έργο που παρακολουθώ για πρώτη φορά, είναι να ανακαλύπτω κάθε φορά τι κρύβεται πίσω από τα κείμενα των διάσημων συγγραφέων. Και στο παιχνίδι αυτό, τους κανόνες τους ορίζει ο εκάστοτε σκηνοθέτης.

Πριν από λίγες ημέρες, μετά από επιμονή ενός αγαπημένου φίλου, βρεθήκαμε στο Δημοτικό θέατρο Πειραιά, για να δούμε τον Άμλετ με πρωταγωνιστή τον Κωνσταντίνο Ασπιώτη, τον οποίο για πρώτη φορά θα έβλεπα στο θέατρο.

Είχα ακούσει πολλά κολακευτικά σχόλια για την υποκριτική του δεινότητα και όντως η ερμηνεία του, ως βασανισμένος πρίγκιπας της Δανίας, ήταν γοητευτική, χωρίς όμως να μου μεταφέρει απόλυτα την ψυχική ταραχή, που εκείνος βίωνε σε ένα κόσμο χωρίς νόημα. Είμαι σίγουρη, πάντως, πως θα ήθελα σύντομα να τον ξαναδώ σε έναν ακόμη ρόλο, σε ένα ακόμη έργο.

Η πιο έντονη και δυνατή σκηνή της παράστασης ήταν, για μένα, όταν ο Άμλετ συνάντησε το φάντασμα του νεκρού πατέρα του, όπου ο Ιερώνυμος Καλετσάνος θύμιζε πλάσμα μη ανθρώπινο, τραγικό, απόλυτα δυστυχισμένο, που δεν μπορεί να βρει γαλήνη, όντας χτυπημένο από έναν άδικο φόνο. Η στιγμή, μάλιστα, που ο Άμλετ φόρεσε το παλτό του νεκρού, ήταν ανατριχιαστική και γεμάτη συμβολισμούς.

Κατά τη διάρκεια, όμως, του υπόλοιπου έργου, σκεφτόμουν τι ήταν αυτό που με συγκινούσε, βλέποντας από το θεωρείο, του υπέροχου θεάτρου, την σκηνή, πέρα από τις καλές ερμηνευτικές στιγμες. Σκεπτόμενη, βέβαια, πως ο Άμλετ είναι ένα έργο που προσφέρεται για αρκετές ερμηνείες, μπορώ να πω πως η προσέγγιση του Γιάννη Κακλέα, ήταν «καθαρή» και αρκετά πειστική. Είχε μελετημένες στιγμές, αν και κάπως στυλιζαρισμένες.

Τι ήταν όμως, αυτό, που κέρδισε το μυαλό μου και μετέφερε την όποια ένταση στην ψυχή μου; Ήταν, λοιπόν, οι εξαιρετικοί φωτισμοί του Αλέκου Γιάνναρου και η απόλυτα ταιριαστή μουσική του Σταύρου Γασπαράτου.

Αυτοί οι δύο βασικοί πρωταγωνιστές, σε συνδυασμό με τα σκηνικά, δημιούργησαν και ανέδειξαν με άρτιο τρόπο την κοσμική και την απόκοσμη διάσταση στο έργο του Σαίξπηρ, ταιριάζοντας μοναδικά με την μνημειώδη σαιξπηρική υπαρξιακή φράση «να ζει κανείς ή να μη ζει;».

Posted in See

Τι είναι αυτό που κάνει τις Μαμάδες να γνωρίζουν τα πάντα;

Έχοντας, ήδη, γράψει και υπογράψει αρκετές λέξεις για τον «άνδρα τον σωστό», σήμερα το πρωί, ένιωσα την επιθυμία να μοιραστώ κάποιες σκέψεις, που μου γεννήθηκαν, καθώς χάζευα στο κινητό μου, για τη δική μου Μαμά και για όλες τις μαμαδένιες Μαμάδες αυτού του κόσμου. Πιστεύω, ακράδαντα πως αυτά που νιώθουμε για τους δικούς μας ανθρώπους πρέπει να τα εκφράζουμε σε κάθε ευκαιρία. Άλλωστε είναι βέβαιο, πως αν όλοι καθίσουμε να σκεφτούμε, εις βάθος με την ειλικρίνεια που απαιτείται, την σχέση μας με την μητέρα μας, θα έχουμε περισσότερες πιθανότητες κάποια στιγμή να κατακτήσουμε την εσωτερική ηρεμία, που επιθυμούμε.

Η Μαμά μας, είναι υπεύθυνη για όλα τα καλά και τα κακά που συμβαίνουν στη ζωή μας και αν το σκεφτούμε αυτό, λίγο παρά πάνω, η ευθύνη της με το που μας φέρνει στον κόσμο είναι τεράστια. Είτε εκείνη είναι, την ίδια στιγμή, εισαγγελέας, ιατρός, υπάλληλος, δασκάλα, εργάτρια, δημοσιογράφος, κομμώτρια, στέλεχος επιχείρησης, είτε δεν εργάστηκε ποτέ, η αξία της είναι το ίδιο σημαντική με τον πιλότο που πετάει ένα Boing 787, ή τον χειρουργό που μεταμοσχεύει καρδιές. Άλλωστε, η δική της προεργασία είναι αυτή που θα μας βοηθήσει να διαπρέψουμε σε οτιδήποτε κάνουμε στην κοινωνία και πολύ περισσότερο, να ευτυχίσουμε μέσα μας.

Θυμάμαι, όταν ήμουν δέκα ετών ανεβάσαμε στην Θεατρική Ομάδα, στην οποία συμμετείχα, το έργο του Βασίλη Ρώτα, το «Παραμύθι της ανέμης». Ανάμεσα σε κακούς δράκους, βασιλιάδες, ξωτικά και γελωτοποιούς, που θα έκαναν εντύπωση σε κάθε μικρό παιδί, υπήρχε μια φράση στο έργο που είχε αγγίξει την ψυχή μου. Η Βασιλοπούλα έλεγε με θλίψη στον βασιλιά πατέρα της, πως ένιωθε ορφανή, επειδή είχε χάσει την μητέρα της. Εκείνος της αντιπαρέθετε, πως είχε εκείνον που την είχε μεγαλώσει πλουσιοπάροχα, προσπαθώντας να καλύψει τον χαμό της Βασίλισσας. Η θλιμμένη Βασιλοπούλα ολοκλήρωνε τον διάλογο, ομολογώντας την σκέψη της: «Το παιδί δεν ορφανεύει από πατέρα. Από Μάνα ορφανεύει». Θυμάμαι πως σκεφτόμουν για καιρό αυτήν την φράση. Εγώ ήμουν, σίγουρα, πιο τυχερή από τη Βασιλοπούλα. Είχα δίπλα μου και τους δύο μου γονείς. Και μεγάλωσα με αυτό το γεγονός, ως δεδομένο. Ένα δεδομένο που μου παρείχε τεράστια προστασία και ασφάλεια στη ζωή.

Σκεπτόμενη εκείνα τα λόγια του Βασίλη Ρώτα, αναλογίζομαι πως είτε είμαστε Βασιλοπούλες, είτε όχι, έχουμε ανάγκη την μητέρα μας, για να βρούμε τον δρόμο που θα ακολουθήσουμε στη ζωή. Όσα εκείνη θα μας δώσει, στα παιδικά μας χρόνια, μοιάζουν με μια σκυτάλη, που περνά σε εμάς και εν συνεχεία στην μετέπειτα ζωή μας.

Πριν από χρόνια, με θυμάμαι να ξυπνάω τα βράδια κλαίγοντας, όταν η μητέρα της αγαπημένης φίλης μου ήταν βαριά άρρωστη. Έκλαιγα για την Μαμά της, την Μαμά μου και όλες τις Μαμάδες, που κάποια στιγμή θα φύγουν. Αναλογιζόμουν την δυσκολία του να αποκοπείς απότομα και για πάντα από τον ομφάλιο λώρο, που σε τρέφει για μια ζωή. Σκεφτόμουν πόσο δύσκολο είναι, την επόμενη μέρα, να σηκωθείς και να συνεχίσεις.

Φυσικά, ως γνωστόν, οι μαμάδες έχουν απεριόριστη εξουσία πάνω μας. Δεν έχουν μόνο τον πρώτο λόγο, ως προς τα «μη και τα πρέπει» που μας κυνηγούν για πάντα, είναι υπεύθυνες και για άλλα δεινά που μας ταλαιπωρούν. Όπως το χαρακτηριστικό Οιδιπόδειο ζήτημα, το οποίο «χτίζουν» με τους γιους τους. Και σε αυτήν την περίπτωση, η προσωπική τους ισορροπία θα καθρεφτιστεί στους γιους τους, ενώ η δική τους ανισορροπία θα δημιουργήσει, μέσω του καθρέφτη, παραμορφωτικά κακέκτυπα.

Η Μαμά μου, όπως όλες οι Μαμάδες, κάνει για εμένα μικρές και μεγάλες θυσίες. Για χάρη μου, βρέθηκε να παρακολουθεί τον, σχεδόν, ακαταλαβίστικο Φάουστ του Μαρμαρινού, που διήρκησε τρεισήμισι ώρες. Και δεν είπε και κουβέντα. Επιπλέον, όταν έχει κέφια, μας κάνει να γελάμε. Είναι αστεία. Πάντα ήταν, αλλά τώρα νομίζω ό,τι μου φαίνεται περισσότερο. Έχει σβηστεί, άλλωστε, από πάνω της η αυστηρότητα του παρελθόντος. Έχει σταματήσει να είναι υπερβολικά απαιτητική μαζί μου. Έχει σταματήσει να με πιέζει, όπως συνήθιζε να κάνει στο παρελθόν. Ίσως και να μαλάκωσε μεγαλώνοντας, ίσως να κουράστηκε, ίσως να είναι πια ευχαριστημένη. Μάλλον έτσι συμβαίνει στους ανθρώπους, καθώς μεγαλώνουν.

Έτσι ήταν και την γιαγιά μου την οποία λάτρευα. Ενώ για μένα ήταν η χαρά της ζωής, θυμάμαι την φράση της θείας μου της Ειρήνης: «Παλιά ήταν αυστηρή. Τώρα έχει αλλάξει. Έχει μαλακώσει». Και ήταν λογικό. Στα τελευταία χρόνια της ζωής της ήταν ευτυχισμένη. Έβλεπε τα παιδιά της να έχουν ορθοποδήσει και, πλέον, ήταν ήρεμη, μετά από πολέμους, εμφύλιους, πόνο, φόβο. Όλα είχαν έρθει στη ζωή, όπως εκείνη θα επιθυμούσε. Όλες οι δυσκολίες ήταν πια παρελθόν και η οικογένεια της τα είχε καταφέρει ενωμένη.

Επιπλέον, η Μαμά μου είναι αεικίνητη, μαγειρεύει και ταΐζει όλον τον κόσμο, είναι φιλόξενη, ξέρει να καθαρίζει τους αρμούς στα πλακάκια με παλιές οδοντόβουρτσες, ξέρει να ακούει, να γκρινιάζει στον Μπαμπά μου όλη την ώρα, να γελάει, να κλαίει, να νοιάζεται. Ξέρει και να ζητά συγγνώμη. Αναγνωρίζει, πλέον, τα λάθη της. Και αυτό το στοιχείο με βοηθά να προχωρήσω. Χωρίς να υπάρχουν μέσα μου μουτζούρες. Κι ενώ κάποιοι θα υποστήριζαν, πως ο άνθρωπος δεν αλλάζει, εγώ θα μπορούσα να σας πω με βεβαιότητα, πως ο άνθρωπος, αν το επιθυμεί, λειαίνει της γωνίες του. Και αυτό έχει συμβεί με την δική μου Μαμά. Άφησε στην άκρη τις αιχμές της και στην μεταξύ μας σχέση, έδωσε το τιμόνι σε μένα.

Όταν ήμουν μικρή σκεφτόμουν πως θα προτιμούσα η μητέρα μου να δούλευε σαν τις χειραφετημένες Μητέρες που συναντούσα, να είχε κάνει τις σπουδές που επιθυμούσε και να μιλούσε πέντε γλώσσες. Προφανώς, τότε, σε μένα λειτουργούσε σαν μπούμερανγκ η πίεση που μου ασκούσε για να πετύχω στη ζωή μου. Μεγαλώνοντας, όμως, κατάλαβα πόσο χειραφετημένη ήταν. Λόγω του επαγγέλματος του Μπαμπά μου και της αναγκαστικής απουσίας του, χρειάστηκε να καταφέρει περισσότερα κι από ένα υψηλής βαθμίδας στέλεχος πολυεθνικής. Και τα έκανε όλα με επιτυχία, έχοντας, παράλληλα, άγχος και αγωνία για τα παιδιά της. Τα έκανε, όμως, σίγουρα με απεριόριστη, ανιδιοτελή, ακούραστη αγάπη, κάτι που θα αποδεικνύει για πάντα την συναισθηματική της καλλιέργεια.

Σήμερα η Μαμά μου τραβάει από εμένα, όσα εγώ τραβούσα από εκείνη και πολλά άλλα. Είμαι, μακράν, περισσότερο απόλυτη και απαιτητική από αυτήν. Κι όταν πριν από δύο μέρες, ούσα πιεσμένη, από τη δική μου καθημερινότητα, της έμπηξα τις φωνές και έκλεισα το τηλέφωνο, λέγοντας να μην με ενοχλεί, εκείνη μου απάντησε την επόμενη μέρα με μήνυμα στο κινητό μου:

«Τι κάνεις κοπέλα μου; Χθες με μάλωσες. Είσαι πιεσμένη; Να βοηθήσω θέλω. Θες αύριο κοτόπουλο με ρύζι να περάσεις να το πάρεις;».

Κι εκεί κάπου οι θεωρίες τελειώνουν. Αυτή είναι η Μαμά μου. Μοιάζει σίγουρα με τις δικές σας. Αλλά είναι και ταυτόχρονα μοναδική.

Όλα όσα πρέπει να γνωρίζουν οι άνδρες, τα οποία σκέφτονται οι γυναίκες (Μέρος 3ο).

Κλείνοντας με το τρίτο κεφάλαιο που περιλαμβάνει τα γνωρίσματα του ιδανικού άνδρα, σύμφωνα με έρευνες και βαθυστόχαστη παρατήρηση, καταλήγω πως όσο σύνθετα μπορεί να ακούγονται όλα αυτά σε κάποιους, τόσο πιο απλά είναι. Άλλωστε, η αγάπη είναι αυτή που αναζητούμε όλοι και για χάρη της, μπορούμε να συμβιβαστούμε στην διαφορετικότητα του άλλου. Δεν θα πρέπει όμως να κάνουμε εκπτώσεις και εκποιήσεις συναισθημάτων. Όπως πολύ εύστοχα, έλεγε και ο Λόρδος Βύρων: «Μισώ οτιδήποτε δεν είναι τέλεια αμοιβαίο». Κι έτσι είναι. Η αγάπη θέλει δύο για να ζεσταθεί.

Οπότε, ολοκληρώνοντας, πλέον, τις σκέψεις μου σε σχέση με τους άνδρες, καταλήγω στα εξής:

  • Ο άνδρας ο σωστός αγαπά τις φίλες μας και υποκλίνεται στο μεγαλείο τους.

Εξαιρετικά σημαντικό και αδιαπραγμάτευτο. Οι φίλες μας είναι το ίδιο σημαντικές με την οικογένειά μας. Είναι οι άνθρωποί μας. Είναι αυτές που έχουμε επιλέξει να μοιραζόμαστε τη ζωή μας. Είναι οι αδερφές μας. Αποτελούν για εμάς το απόλυτο στήριγμα. Εγώ, λοιπόν, θεωρώ τον εαυτό μου εξαιρετικά τυχερό σε αυτόν τον τομέα. Ειλικρινά χαίρομαι για τις υπέροχες φίλες μου. Με τις οποίες έχω γελάσει ατελείωτα, έχω κλάψει για σοβαρούς και ασόβαρους λόγους, έχω χαρεί με τις χαρές τους, έχω λιώσει από συγκίνηση στις γέννες τους, έχω κουμπαριάσει μαζί τους ποικιλοτρόπως, έχω χορέψει, μπουρδολογήσει, ξενυχτίσει, γλεντήσει, ερωτευτεί, ταξιδέψει, γκρινιάξει.

Για όλους αυτούς τους λόγους και πολλούς άλλους, ο σύντροφός μου θα πρέπει να τις εκτιμά. Να κατανοεί το σημαντικό ρόλο που παίζουν στη ζωή μου και να τις αντιμετωπίζει με τον σεβασμό που τους πρέπει. Άλλωστε, ουδέποτε οι φίλες μου στάθηκαν εμπόδιο στις σχέσεις μου. Τουναντίον τις στήριξαν, ακόμη κι αυτές που έβλεπαν ότι «στραβά αρμενίζουν». Το μόνο, ελάχιστό, που μπορώ να τους καταλογίσω είναι, πως στην προσπάθεια τους να με αποκαταστήσουν, έχω παρατηρήσει, ό,τι δεν έχουν ιδιαίτερο ταλέντο με τα προξενιά.

  • Ο άνδρας ο σωστός συναναστρέφεται την οικογένειά μας, χωρίς να φοβάται, πως θα του πιει το αίμα στα κρυστάλλινα ποτήρια της γιαγιάς κι από την άλλη, σέβεται τα παντελόνια που φορά, αν και εφόσον γνωρίσει τους γονείς μας.

Ως οικογένεια χαρακτηριζόμαστε από το ανεπτυγμένο αίσθημα φιλοξενίας. Οι γονείς μου, αν και δεν υπήρξαν οι πιο προοδευτικοί άνθρωποι, έμαθαν να καλωσορίζουν, να ταΐζουν, να προσφέρουν δώρα και να κοιμίζουν τους συντρόφους, που κατά καιρούς παρουσίαζα ως άντρες της ζωής μου. Ποτέ δεν υπήρξαν πιεστικοί, φορτικοί και ενοχλητικοί. Το επιπλέον πιάτο στο τραπέζι, έμπαινε μια ειλικρινή χαρά. Άλλωστε, επιθυμούσαν η κορούλα τους να είναι ευτυχισμένη.

Παρ’ όλα αυτά έχει μείνει παροιμιώδης η φράση του Μπαμπά μου, όταν σε ηλικία δεκατριών ετών μας επισκέφτηκε στο εξοχικό μας για μερικές ώρες, ένας «αγαπημένος» συμμαθητής: «Αυτός ο Ντίνος Τέλος άνοιξε την πόρτα στο σπίτι αυτό και από τότε δεν έκλεισε ποτέ». Είμαι σίγουρη, πως κάπου μέσα του ο Μπαμπάς μου, εύχεται κάποιος να την κλείσει αυτήν την πόρτα οριστικά.

Στην ίδια λογική και εγώ έχω υπάρξει γλυκιά, ευγενική, πρόσχαρη, περιποιητική με όλες τις Μαμάδες που έχω συναντήσει στη ζωή μου, με αποτέλεσμα κάποιες από αυτές να μου στέλνουν ακόμη ευχές στη γιορτή μου, εν αγνοία των κανακάρηδων τους. Για μερικές έχω υπάρξει, σίγουρα, μια καλή νύφη. Μόνο μία φορά ένιωσα το βλέμμα της Τασσώς Καββαδία να με περιεργάζεται σκεπτόμενη με ποιο τρόπο θα με εξοντώσει. Και το κατάφερε, φυσικά, με συνοπτικές διαδικασίες.

Στο πλαίσιο της ευγενούς συνεργασίας ανάμεσα σε συντρόφους και οικογένειες, θεωρώ πως είναι σημαντικό να υπάρχουμε στη ζωή των αγαπημένων μας και ως προς τις οικογένειές τους. Όπως και να το κάνουμε, θα πρέπει να στηρίζουν την επιλογή τους και να είναι τιμή και καμάρι τους, το κορίτσι που βρίσκεται δίπλα τους. Κι εμείς από την πλευρά μας, οφείλουμε να να είμαστε τύπος και υπογραμμός, μιας και έχουμε κατέβει πολλά χρόνια από τα δέντρα.

Τέλος, υποστηρίζω με πάθος πως ο άνδρας που τιμά το φύλο του, δεν επιτρέπεται να κάνει επισκέψεις σε γονείς νέων γυναικών, για «ανακοινώσεις» τις οποίες δεν μπορεί να τηρήσει. Τα παλιά τα χρόνια μια τέτοια περίπτωση θα μπορούσε να ξεπλυθεί μόνο με Χαρακίρι, τον ιαπωνικό τελετουργικό τρόπο αυτοκτονίας, ο οποίος καθιερώθηκε από τους Σαμουράι ως μοναδική επιτρεπτή διέξοδος σε περίπτωση ατίμωσης. Στην σύγχρονη πολιτισμένη Ελλάδα, οι άνδρες αυτοί γλυτώνουν την κρεμάλα και εξακολουθούν να κυκλοφορούν ανάμεσα μας.

  • Ο άνδρας ο σωστός είναι το αρσενικό της σχέσης και δεν επιτρέπει στην γυναίκα να νιώθει, όπως η Αλίκη Βουγιουκλάκη στο μιούζικαλ «Βίκτωρ – Βικτώρια», όταν ερμήνευε το τραγούδι «Ο άνδρας της ζωής μου είμαι εγώ».

Η γυναίκα χρειάζεται έναν άνδρα δίπλα της. Έναν σύντροφο. Ένα φίλο. Έναν έρωτα. Ένα στήριγμα. Το ίδιο ισχύει όμως και για εκείνον. Στην περίπτωση, όμως, των σύγχρονων γυναικών, οι όροι έχουν κάπως αντιστραφεί. Μάθαμε να ζούμε, σε αρκετές περιπτώσεις, δίπλα σε άνδρες που δεν μπορούν να πάρουν αποφάσεις, που αμφιταλαντεύονται, που νιώθουν αδύναμοι να εξελιχθούν, που φοβούνται τις δυσκολίες, που δεν αντιλαμβάνονται τις ευκολίες.

Αποδεχθήκαμε να το «παίζουμε» αντράκια και αυτό υπολογίστηκε σαν προτέρημα, ενώ στην πραγματικότητα αυτό το χαρακτηριστικό μας είναι, τουλάχιστον, ερμαφρόδιτο. Στην πραγματικότητα, απλά επιθυμούμε να είμαστε δυναμικές γυναίκες, δίπλα σε σίγουρους άνδρες. Σε άνδρες που με ένα μόνο βλέμμα τους σε πείθουν, πως όλα θα πάνε καλά. Και σημασία έχει, να προσπαθήσεις κι αυτός κι εσύ, να πάνε όλα καλά. Όχι να καταθέσεις τα όπλα, πριν ακόμα ξεκινήσεις την προσπάθεια.

Και για να μιλήσουμε με ανδρικούς όρους… Ετοιμάζεσαι να παίξεις σε δύσκολη έδρα, μέσα στο ΟΑΚΑ. Οι πιθανότητες δεν είναι με το μέρος σου. Τι κάνεις; Δεν κατεβαίνεις στον αγώνα γιατί φοβάσαι; Ή προπονείσαι γερά, «διαβάζεις» καλά τον αντίπαλο και μπαίνεις στο γήπεδο έχοντας την ψυχολογία του νικητή. Όποιος ρισκάρει, δοκιμάζει και προσπαθεί, βάζει τρίποντο και κερδίζει και φάουλ!

Η λίστα αυτή, που περιλαμβάνει τα γνήσια χαρακτηριστικά του «σωστού άνδρα», αν και θα μπορούσε να συνεχιστεί, όπως ο αέναος ο κύκλος της Ιστορίας, τελειώνει εδώ. Σε κάθε περίπτωση, δεν ξέρω αν κάποτε, θα συναντήσω το αρσενικό, που θα καλύπτει και τα τρία κεφάλαια που έχω συγγράψει και ίσως να μην είναι και απολύτως απαραίτητο.

Παρ’ όλα αυτά θα ήθελα να επισημάνω πως είχα την μοναδική τύχη να είμαι αποδέκτης της πιο γλυκιάς φράσης, που μπορεί να ξεστομίσει ένας άνδρας σε μια γυναίκα almost40something. Πριν από δύο χρόνια, ο πεντάχρονος γιος της αγαπημένης μου φίλης Άλκηστης, έχοντας μάθει, ό,τι συνεργαζόμουν με τον θείο του, της είπε: «Ξέρεις Μαμά, ο Παύλος είναι πολύ τυχερός. Γνωρίζεις γιατί; Επειδή δουλεύει με την φίλη σου και μπορεί να την βλέπει κάθε μέρα». Και εκεί κάπου καταλαβαίνεις, πως το μέλλον όλων μας μπορεί να είναι και φωτεινό και αισιόδοξο.

I rest my case που λένε και στις ταινίες.

Όλα όσα πρέπει να γνωρίζουν οι άνδρες, τα οποία σκέφτονται οι γυναίκες (Μέρος 2ο).

Όπως υποστηρίζουμε όλες οι γυναίκες του πλανήτη, η λίστα που περιλαμβάνει όλα όσα μας «ανεβάζουν» στους άνδρες, είναι εκτενής. Ίσως σε κάποιες λεπτομέρειες να διαφέρει, ως προς την ιεράρχηση της, από γυναίκα σε γυναίκα, αλλά οι βασικές δομές της είναι ίδιες και απαράλλακτες.

Συνεχίζοντας, λοιπόν και παραθέτοντας αληθινά στοιχεία, αποφάσισα να την ενημερώσω, με απότερο σκοπό να διευρύνω τους ορίζοντες των ανδρών, δίνοντας τους- στο πιάτο- τα επιθυμητά χαρακτηριστικά του αρσενικού-πρότυπο:

  • Ο άνδρας ο σωστός εκτιμά αυτά που κάνουμε για εκείνον, τα όποια θυμίζουν αρκετές φορές τους 12 άθλους του Ηρακλή, με επιπλέον βαθμό δυσκολίας.

Σε διάφορες φάσεις της ζωής μου και έχοντας σώας τας φρένας, έχω ξύσει ταβάνια σε μπάνιο που κατέρρεε, έχω ταξιδέψει 12 ώρες με ΚΤΕΛ, με σκοπό να κάνω μια μικρή έκπληξη, έχω πουλήσει παυσίπονα και γάζες σε εφημερία, έχω απαντήσει σε γραπτές συνεντεύξεις, ως επαγγελματίας άσχετου αντικειμένου από το δικό μου, έχω αγοράσει-κουβαλήσει-μεταφέρει- συναρμολογήσει, αντ’ αυτού, έπιπλα από το ΙΚΕΑ και έχω χρησιμοποιήσει Black and Decker για να τοποθετήσω κουρτινόξυλα στο σπίτι, γκρεμίζοντας και λίγο τοίχο, κάτι που συχνά-πυκνά μου θύμιζε, χαριτολογώντας, ο καλός μου. Μάλιστα, μία φορά, για τον ίδιο άνθρωπο, κουβάλησα στην πλάτη, από τις σκάλες, ένα ξύλινο τραπέζι βεράντας με τέσσερις αντίστοιχες καρέκλες, ούτως ώστε να τις χαρεί εκείνος, μόλις θα επέστρεφε από τη δουλεία. Η αντίδραση του, όμως, ήταν άχρωμη και άοσμη σαν να έβλεπε μπροστά του έναν ανεπιθύμητο γνωστό του, ο οποίος του ζητούσε δανεικά. Εισέπραξα ένα μεγαλειώδες: «Τι τα ανέβασες μόνη σου; Ας με περίμενες. Οριακά, πάντως, χωράνε στο μπαλκόνι» και αποδέχθηκα, μερικώς, ικανοποιημένη το αυχενικό που μόλις είχα αποκτήσει.

Από αυτά και από άλλα, έχω καταλήξει, λοιπόν, πως σε κάποιες από εμάς αρέσει να φλερτάρουμε με την ταλαιπωρία και να γινόμαστε θυσία, αναλαμβάνοντας, ταυτοχρόνως, τον ρόλο της συντρόφου, της μαμάς και της manager.

Η αλήθεια είναι, όμως, πως ονειρευόμαστε την ημέρα που θα ακούσουμε να μας τραγουδά: «Γιατί `σαι η αλήθεια μεσ’ στην ψευτιά, στα γκρίζα όνειρά μου η ξαστεριά και μάνα κι αδερφή μου κι αγάπη εσύ, τι άλλο να ζητήσω απ’ τη ζωή; »

  • Ο άνδρας ο σωστός δεν αηδιάζει με τα παιδιά των φίλων μας, σαν να ανησυχεί πως θα τον κολλήσουν ψείρες και δεν ανακατεύεται, εσωτερικώς, στη θέα της αξιολάτρευτης γάτας μας.

Έχω συναναστραφεί άνδρες, που αντιμετωπίζουν οποιοδήποτε ανήλικο βρεθεί στο δρόμο τους σαν τον ιό της πανούκλας. Όσο πιο μικρό σε ηλικία είναι, τόσο πιο επικίνδυνο. Το φαντάζονται σαν την κούκλα του σατανά, τον Τσάκι, να τους τεμαχίζει σε φέτες και να τους αποκόβει τα γεννητικά όργανα. Τα μικρά παιδιά παρομοιάζονται στο μυαλό τους, με φορείς μικροβίων, εστίες μολύνσεως και αποθήκες βρωμιάς. Η δε συναναστροφή με αυτά ακροβατεί στην κόψη του ξυραφιού, εφόσον ανησυχούν πως, ενδεχομένως, θα γίνουν πατέρες και μόνο δια της επαφής.

Από την πλευρά μου, πάλι, εγώ, είμαι θαυμάστρια των λιλιπούτιων τεράτων και χαίρομαι να περνώ χρόνο μαζί τους, κάνοντας άπειρες μπούρδες. Και η αιτία, ίσως, να είναι διπλή. Από τη μία, το γεγονός ότι μπορώ να επικοινωνώ μαζί τους, με βοηθά στο να νιώθω πως δεν μεγαλώνω και από την άλλη, απολαμβάνοντας τις αγκαλιές των πιτσιρικιών, ξεγελάω την επιθυμία μου, κάποια μέρα, να γίνω κι εγώ μητέρα.

Και ανάμεσα στις διάφορες υπάρξεις μικρού μεγέθους, οι περισσότεροι άνδρες αγανακτούν και με τις γάτες, που κατοικοεδρεύουν στα περισσότερα σπίτια των almost40something. Άλλοι έχουν αλλεργία σε αυτές, άλλοι αντιπάθεια και άλλοι, απλώς, αδιαφορούν. Δεν τους αναγνωρίζουν το μεγαλείο της προσφοράς τους. Δεν αντιλαμβάνονται πως αυτό το τόσο ανεξάρτητο κατοικίδιο, που μας χαρίζει τα χάδια του, όποτε εκείνο επιθυμεί, καταλαμβάνει την διπλανή θέση στο κρεβάτι μας όταν εκείνοι είναι απόντες άθελα τους ή ηθελημένα. Και έστω έτσι, με τη βοήθεια ενός μικρού χνουδωτού ζωντανού, βρισκόμαστε σε κατάσταση εσωτερικής ισορροπίας και δεν βγάζουμε τα νύχια μας σε αυτούς.

  • Ο άνδρας ο σωστός, είναι Gentleman και κρατά ημερολόγιο για να θυμάται τους εορτασμούς, τις επετείους και οτιδήποτε άλλο θεωρείται, εντελώς, ασήμαντο για τον αρσενικό πληθυσμό της Γης .

Έχω συναντήσει πολλές και διαφορετικές περιπτώσεις στη ζωή μου. Η καριέρα μου ως σύντροφος, θα έλεγα, πως ξεκίνησε με τις πιο ευοίωνες προβλέψεις. Η ζωή, όμως, στη συνέχεια μου «τα έφερε» διαφορετικά. Σε ηλικία δεκαεπτά ετών, βρέθηκα στη Νέα Υόρκη να επισκέπτομαι τους θείους μου. Συμπτωματικά, το ταξίδι εκείνο συνέπεσε και με τα γενέθλιά μου. Και ναι, ό,τι θα μπορούσα να ονειρευτώ τότε, συνέβη. Ο πιτσιρικάς «φίλος» μου, έστειλε ένα καλάθι με λουλούδια για την αφεντιά μου στις Ηνωμένες Πολιτείες. Όλα όσα έβλεπα εκείνη την περίοδο στο σινεμά, μπορούσαν, τελικώς, να συμβούν. Η χαρά και η ικανοποίησή μου έφταναν ως τον ουρανό. Αργότερα έμαθα, πως τα λεφτά για τα άνθη, τα είχε δανειστεί από έναν γείτονα του και υποθέτω μετά από τουλάχιστον 20 χρόνια, θα εξακολουθεί να του τα χρωστάει. Αυτό, βέβαια, δεν υποτιμά την αξία της πράξης εκείνου του νεαρού άνδρα. Η ιστορία με τα λουλούδια συνεχίστηκε και με τον επόμενο σύντροφο των νεανικών χρόνων μου. Η μία ανθοδέσμη διαδεχόταν την άλλη.

Έκτοτε και καθώς τα χρόνια περνούσαν, οι προσφορές περιορίστηκαν. Ο ένας σύντροφος δεν προλάβαινε να μου πάρει δώρο για τα γενέθλια μου, επειδή έπαιζε τάβλι με τους φίλους του, ο άλλος ναι μεν μου έφερνε δώρα, αλλά μου τα έβγαζε από τη μύτη με την καταδυναστευτική συμπεριφορά του. Ένας άνδρας μου έλεγε πως δεν πιστεύει στους προκατασκευασμένους και καταναγκαστικούς εορτασμούς και τέλος ένας άλλος μου εξήγησε πως μισεί τα γλέντια και όλα τα συμπαρομαρτούντα, προτιμώντας να πέσει για ύπνο νωρίς, παρά να αναγκαστεί να βιώσει την «γελοία» στιγμή της αλλαγής του χρόνου.

Και εγώ κάπου ανάμεσα σε όλα αυτά, να θεωρώ ημέρα γιορτής, ακόμη και την αλλαγή της ώρας την Άνοιξη, να χοροπηδάω με τα μπαλόνια και τα πυροτεχνήματα όπου τα συναντώ και να καταπιέζω μια φωνούλα μέσα μου, που θα ήθελε να ουρλιάξει «Θέλω ένα δώρο!».

Πλέον αντιλαμβάνομαι, πως η ζωή είναι πιο απλή απ’ όσο νομίζουμε και αν το καταλάβουμε όλοι μας νωρίς, θα περάσουμε ζάχαρη. Και είναι βέβαιο πως οι άρρενες που επιθυμούν να απολαύσουν, ωσάν να είναι Πασάδες, έναν βίο ανθόσπαρτο, αρκεί μόνο να ξεκινήσουν από σήμερα να νταντεύουν τα κοριτσάκια τους.

Με αυτά και με αυτά, το πόνημα μου για τον «άνδρα τον σωστό» έχει ήδη φτάσει τα δύο μέρη και σίγουρα θα μπορούσε να γεμίσει δύο τόμους, αλλά θα αρκεστώ σε ένα τρίτο κεφάλαιο. Έπεται σύντομα συνέχεια…

Μια νεραντζιά ανθίζει τώρα στη γειτονιά…

Η πρώτη μου επαφή με το εστιατόριο «Νεράντζι» ήταν πριν από λίγους μήνες, όταν περνώντας από την Μητροπόλεως, κόλλησε το βλέμμα μου σε ένα ανακαινισμένο νεοκλασικό κτίριο. Αν και ο δρόμος μου με πήγαινε κάπου αλλού, πέρασα στο απέναντι πεζοδρόμιο, για να δω τι ακριβώς ήταν αυτό και από ξεφύτρωσε το 2016. Εντυπωσιάστηκα, αμέσως, από το μέγεθος του χώρου και την αίσθηση της παλιάς αστικής Αθηνάς που απέπνεε. Σκέφτηκα κάποια στιγμή να το επισκεφτώ αλλά, τελικώς, το αμέλησα.

Την Παραμονή, όμως, των Χριστουγέννων και ενώ αναζητούσα τις τελευταίες ημέρες ένα εστιατόριο να δειπνήσουμε εορταστικά με την παρέα μου, έπεσα πάνω σε κάποιες φωτογραφίες του όμορφου εσωτερικού χώρου με το ασπρόμαυρο πάτωμα το οποίο μοιάζει με σκακιέρα και που από μικρή ηλικία, για κάποιο άγνωστο λόγο, το θεωρούσα στοιχείο μεγάλης πολυτέλειας.

Έτσι, λοιπόν, λίγο από περιέργεια, λίγο από τύχη, βρεθήκαμε στο «Νεράντζι».Ο χώρος είναι όντως μοναδικός. Τα χρωματιστά βιτρό, τα λευκά γύψινα, οι τοιχογραφίες, ο μεγαλοπρεπής πολυέλαιος, τα παλαιωμένα έπιπλα και η χάλκινη κουζίνα με ταξίδεψαν για λίγο στην «Νίκη» του Χρήστου Χωμενίδη, στην οποία περιγράφεται με γλαφυρότητα κάποιο εστιατόριο της παλιάς Αθήνας.

Στη συνέχεια, έφτασε η ώρα του χριστουγεννιάτικου μενού, το οποίο είχε επιιμεληθεί ο Έκτορας Μποτρίνι, ο οποίος, μάλιστα, ήταν ο πρώτος chef υψηλού επιπέδου που μου είχε κάνει εντύπωση το 2005, όταν γεύτηκα τις δημιουργίες του για πρώτη φορά.

Θα πρέπει, σε αυτό το σημείο, να παραδεχθώ, πως η σούπα από κάστανα και το μοσχάρι με ξεχασμένα λαχανικά και νύξεις σοκολάτας ήταν από τα ωραιότερα πιάτα που έχω δοκιμάσει. Φυσικά η γεύση είναι υποκειμενική και σίγουρα σχετίζεται και με το γενικότερο συναίσθημα που μας δημιουργεί μια γαστρονομική εμπειρία.

To μοναδικό άρωμα εποχής που χάιδευε τις αισθήσεις μου μέσα στο «Νεράντζι», μου θύμισε την αίσθηση που μου είχε γεννηθεί από τον μεγαλειώδη χώρο του «Gotham bar and grill» στην Νέα Υόρκη, το οποίο επισκέφτηκα πριν από αρκετά χρόνια, όπου chef ήταν ο διάσημος Alfred Portale. Και τότε, όμως, θυμάμαι, πως οι εικόνες που παρέλαυναν μπροστά στα μάτια μου, ήταν αυτές που μου προκάλεσαν τη μέγιστη ικανοποίηση.

Αυτές οι, κάπως, παρόμοιες εικόνες, στο ψηλοτάβανο εστιατόριο στην Μητροπόλεως, μπορώ να πω με σιγουριά, πως εν μέσω γενικότερης μιζέριας και κατήφειας, μπορούν να σου φτιάχνουν τη διάθεση. Το «Νεράντζι» είναι προσεγμένο, περιποιημένο, οικονομικό, ευγενικό, φωτεινό, αισιόδοξο και μας ταιριάζει.

 

Όλα όσα πρέπει να γνωρίζουν οι άνδρες, τα οποία σκέφτονται οι γυναίκες (Μέρος 1ο).

Διαβάζοντας κατά καιρούς άρθρα που αφορούν στον τέλειο άνδρα και τα χαρακτηριστικά του, είναι λογικό, ως επί το πλείστον, να με βρίσκουν σύμφωνη, καθότι κι εγώ ένα κορίτσι είμαι και θέλω να με έχουν τ’ αγόρια κορώνα στο κεφάλι τους.

Όμως, θέλοντας να διαφοροποιηθώ, αποφάσισα να φτιάξω κι εγώ μια δική μου λίστα, στην οποία θα συμπεριλάβω κάποια γνωρίσματα του ανδρικού φύλου εκτός του «καλός, τρυφερός και δυναμικός». Αυτά τα σύνθετα χαρακτηριστικά βασίζονται σε ενδελεχή μακρόχρονη έρευνα αλλά και πραγματικά γεγονότα. Τα ονόματα των ανδρών που συμμετέχουν στην καταγραφή έχουν παραληφθεί για να προστατευτούν οι πρωταγωνιστές, αλλά και ως ένδειξη σεβασμού προς όλους τους σπουδαίους άνδρες της ανθρωπότητας. Βάσει, λοιπόν, των συναναστροφών μου, έχω να παρατηρήσω τα εξής:

  • Ο άνδρας ο σωστός ξέρει να κάνει δουλειές και εμείς να φουσκώνουμε από υπερηφάνεια, όταν μας σώζει από «φυσικές» καταστροφές:

Θέλοντας να γίνω συγκεκριμένη αρκεί να αναφέρω, πως χθες το απόγευμα σήμανε συναγερμός στο σπίτι μου, όταν το μπαλκόνι πλημμύρισε με νερά τα οποία θα έπνιγαν σε λίγο ολόκληρη την Αττική. Υπήρξε μια κινητοποίηση από την πλευρά μου για να βρεθεί υδραυλικός μέσω social media. Σε λιγότερο από δέκα λεπτά είχα λάβει πέντε αριθμούς τηλεφώνων άξιων υδραυλικών από τρεις φίλες και δύο φίλους μου. Αποφάσισα, για πρώτη φορά, να μην εμπλέξω τους γονείς μου-αν και ο super Μπαμπάς μου είναι πρόθυμος να αντιμετωπίσει κάθε κατάσταση- και να βρω την άκρη μόνη μου. Και, όπως αποδείχθηκε, τα κατάφερα και ο κατακλυσμός κάποια στιγμή τελείωσε, αν και τα άμοιρα φυτά πνίγηκαν από το «υπερ-πότισμα» που τους επεφύλαξε το μανιακό αυτόματο μηχάνημα.

Στην αρχή, βέβαια, πρέπει να παραδεχθώ πως για λίγο πελάγωσα. Αναλογίστηκα, για άλλη μία φορά, αν αυτές είναι γυναικείες ή ανδρικές δουλειές και κατέληξα πως όσο κι αν θεωρώ πως έχω κοινά στοιχεία με τον Bob τον Μάστορα, θα πρέπει, τελικώς, ένας άνδρας να είναι και λίγο προκομμένος ή διαφορετικά να έχει τις σωστές άκρες με τους επαγγελματίες και να δίνει λύσεις. Από την πλευρά μου, άλλωστε, εγώ αλλάζω λάμπες- έχω συναντήσει άνδρα που δεν είχε αλλάξει ποτέ, ούτε σε πορτατίφ- κλαδεύω, ποτίζω- έχω συναναστραφεί άνδρα αλλεργικό που δεν πλησίαζε τα φυτά- πλένω αυλές- οκ, το καταλαβαίνω, είμαι ψυχαναγκαστική- αλλά όπως και να το κάνουμε, ο άντρας που ξέρει τι είναι το μπουζί και που βρίσκεται έχει άλλη χάρη. Εμένα, εν κατακλείδι, ο άνδρας που με έσωσε χθες, ήταν ο υδραυλικός που μου έστειλε η φίλη μου Νάνσυ.

  • Ο άνδρας ο σωστός δεν είναι Drama Queen και δείχνει το εκτόπισμα του με τις πράξεις του:

Μέσα στον απόλυτο σουρεαλισμό, είχα την σπάνια ευκαιρία να ζήσω μια δραματική έκφραση πόνου και πάθους από έναν σύντροφό μου σε μία τραγική στιγμή που εξελίχθηκε σε τραγελαφική. Έχοντας βγάλει τα εσώψυχα μου για άλλη μια φορά  και έχοντας αποφασίσει να προχωρήσω τη ζωή μου, χωρίς να ταλαιπωριέμαι άλλο, έκανα την θεατρική μου έξοδο λέγοντας «αντίο» και ταυτοχρόνως πως «δεν έχω άλλο χρόνο, γιατί πρέπει να πάω στην κηδεία μίας ηλικιωμένης γειτόνισσας».

Κι έτσι συνέβη. Μετά το τέλος της τελετής και αφού κατηφόριζα με το αυτοκίνητο από το κοιμητήριο, βλέπω μια γνώριμη μηχανή, να ανεβαίνει το βουνό. Φρενάρει μπροστά μου. Ανοίγω το παράθυρο και ρωτώ σαστισμένη: «Που πας;». Απαντά με λυγμούς: «Σε σένα! Σ’ αγαπάω». Κοιτάζω αριστερά- δεξιά, να δω αν υπάρχει το απαραίτητο κοινό να τον χειροκροτήσει. Ανάμεσα στα αυτοκίνητα των τεθλιμμένων συγγενών, πέρασε μόνο ένα κατσιασμένο γατί. Το αποτέλεσμα αυτής της κινηματογραφικής σκηνής- που ακόμα και σήμερα μου προκαλεί απορία για το που με ανακάλυψε ανάμεσα σε 58 νεκροταφεία που καταγράφονται στον Χρυσό Οδηγό- ήταν μια τρύπα στο νερό.

Επαναλαμβανόμενες συζητήσεις, κλασικές αναλύσεις με φίλους που οδηγούν σε διπλές ερμηνείες, απελπισμένα χτυπήματά κουδουνιών στην εξώπορτα για ημέρες και επιπλέον τζάμπα χρόνος ταλαιπωρίας. Πολύ δράμα για το τίποτα.

  • Ο άνδρας ο σωστός δεν χορεύει περισσότερο από τη σύντροφό του, εκτός και αν είναι ο Sergei Polunin:

Είμαι από τους ανθρώπους που διασκεδάζω και εκτονώνομαι αφάνταστα με το να χορεύω. Είμαι η κλασική περίπτωση, μαζί με άλλες δύο-τρεις φίλες, που πάντα ξεκινάμε πρώτες στα πάρτι και σταματάμε όταν οι γόβες μας, μας προδίδουν. Ακόμα και τώρα ως almost40something. Πριν από λίγα χρόνια, όμως, έζησα μια απίστευτα αμήχανη στιγμή, η οποιά σχετιζόταν με το χορό. Ένας ενδιαφερόμενος νέος, τότε, ήρθε σε ένα αποκριάτικο πάρτι στο οποίο βρισκόμουν, ντυμένος Ζορό.

Ως εκεί, η κατάσταση αντεχόταν. Οριακά βέβαια. Όταν, όμως, μέσα στον Ζορό ξύπνησε ο Τζον Τραβόλτα και ο μασκαρεμένος νέος άρχισε να τα δίνει όλα στην πίστα κουνώντας μπέρτα και σπαθί, ταυτοχρόνως, η κατάσταση ξέφυγε και η ψυχραιμία μου εξανεμίστηκε. Βλέποντας όλα τα party animals να σταματούν να χορεύουν και να τον κοιτάνε αποσβολωμένα, σκέφτηκα σοβαρά να αρχίσω να τρέχω με τα χρυσά τακούνια μου και να πέσω στις ρόδες όποιου φορτηγού έβρισκα μπροστά μου.

Το δράμα ολοκληρώθηκε, όταν εκείνος επέμεινε να με γυρίσει με τα πόδια στο σπίτι μου, ντυμένος, οριακά, σαν διαταραγμένος super ήρωας. Το αποτέλεσμα είναι, πως από εκείνη την ημέρα αλλάζω κανάλι, μόλις δω τον Αντόνιο Μπαντέρας στην τηλεόραση να υποδύεται τον μασκοφόρο μαύρο καβαλάρη, που μάχεται κατά της αδικίας και της καταπίεσης, φοβούμενη μην αρχίσει τις πιρουέτες, τα σπαγκάτ και τις ζεϊμπεκιές.

  • Ο άνδρας ο σωστός μας συνοδεύει, όντας κύριος, σε αυτά που μας αρέσουν -θέατρο, σινεμά, ωραία εστιατόρια- και εμείς τον ακολουθούμε με χαρά στις αθλοπαιδιές του και τον αποθεώνουμε:

Όπερ σημαίνει πως δεν γκρινιάζει στις παραστάσεις για τον πολύ κόσμο που περιμένει στην ουρά, δεν μαλώνει με την διπλάνη εξηντάχρονη κυρία στο σινεμά λες και είναι στο ΣΕΦ για να παρακολουθήσει τον Θρύλο και απολαμβάνει την ψητή πάπια με αφρό κάστανου και νουντλς μανιταριών πορτσίνι, χωρίς να αναφέρει στο ίδιο δείπνο τουλάχιστον τρεις φορές «πότε θα πάμε στον Μπαϊρακτάρη για σουβλάκια, γιατί νηστικοί θα μείνουμε;»

Αντιστοίχως και εμείς τιμάμε αυτά που του αρέσουν και τον θεοποιούμε. Όταν για παράδειγμα αυτός τρέχει στα βουνά, ακολουθούμε κι εμείς – έστω και με την ταχύτητα της Κοκκινοσκουφίτσας, καθώς μαζεύει λουλούδια- ευχόμενες να καταλήξουμε κάποια στιγμή για φαγητό στο καταφύγιο της Πάρνηθας. Επιπλέον, στην προσπάθειά μας, είναι σημαντικό ο σύντροφός μας, να μας τονώνει συχνά-πυκνά την αυτοπεποίθηση, που πέφτει, καθώς ανεβαίνουν οι σφυγμοί μας στα κατσάβραχα.

Άλλωστε, κι εμείς για εκείνον αγκομαχούμε και θέτουμε σε κίνδυνο την σωματική μας ακεραιότητα, όπως πρόσφατα έκανα κι εγώ, όταν έφαγα τα μούτρα μου στο ίσωμα, πέφτοντας φαρδιά πλατιά. Μάλιστα, εκείνη την ώρα αν και σκεφτόμουν σοβαρά να επισκεφτώ τα επείγοντα και να πάρω άδεια από τη δουλειά για ένα μήνα, εντούτοις για να καταφέρω να κάνω καλή εντύπωση στον υπεραθλητή και να δείξω πως είμαι ατρόμητη, ξεσκονίστηκα και συνέχισα το περπάτημα, κάνοντας την άνετη και βογκώντας εσωτερικά.

Η λίστα, φυσικά, αυτών που μας «φτιάχνουν» στους άνδρες δεν τελειώνει εδώ. Σύντομα θα επανέλθω με τα υπόλοιπα σημαντικά χαρακτηριστικά που «απαιτεί» μια almost40something, που σέβεται τον εαυτό της, έχει μεγαλώσει σε υγιές περιβάλλον, έχει γεμάτη ζωή, ξέρει τι της γίνεται και τρώει τα χρήματά της στο κομμωτήριο κάθε φορά που χωρίζει. Η γνώση, όπως έχει πει και ο Φράνσις Μπέικον, είναι δύναμη. Όσοι, λοιπόν, περισσότεροι άνδρες χρησιμοποιήσουν την παραπάνω γνώση και την εφαρμόσουν στην πράξη, προβλέπεται να ζήσουν ζωή χαρισάμενη δίπλα στις γυναίκες που επιθυμούν. Έπεται συνέχεια..

Ζητείται νεαρός που έχει στην κατοχή του ένα γοβάκι νούμερο 39

Πριν από κάποια χρόνια, ο φίλος μου ο Ευριπίδης, μετά από μια εξιστόρηση των, τότε, συναισθηματικών βιωμάτων μου, που περιείχαν έντονα στοιχεία επιστημονικής φαντασίας, φαρσοκωμωδίας, περιπέτειας και βαρετού μελό, μου είχε στείλει στο τηλέφωνο το εξής μήνυμα: «Πέρνα καλά, χωρίς να ταράζεις τη ζωή σου. Δίνε στους ανθρώπους τη σημασία που τους αξίζει. Απόλαυσε ότι σου αρέσει χωρίς προσδοκίες. Ελεύθερη μέσα στα όρια που εσύ βάζεις. Θα έρθει και η νορμάλ φάση».

Διάβαζα και ξαναδιάβαζα το μήνυμα, μοιρολογώντας, όχι για τον χαμένο και -για μια ακόμη φορά- ατυχή, αλλά ελάχιστης σημασίας, έρωτα, όσο για την σκέψη πως αδυνατώ να ζήσω τη «νορμάλ φάση».

Εκείνη τη στιγμή δεν μπορούσα να καταλάβω το γιατί. Πού ήταν το λάθος; Γιατί τραβούσα σαν μαγνήτης όλες τις «ιδιαίτερες» περιπτώσεις ανδρών; Μήπως εγώ, τελικώς, ήμουν μια ιδιάζουσα «κλινική περίπτωση»;

Και ενώ χτυπιόμουν στα πλακάκια και στο παρκέ, σαν μεγάλη καρετερίστα, ήμουν απολύτως, σίγουρη πως οι άντρες που συναντούσα ήταν εντελώς διαφορετικοί. Αν, όμως, ένας επιστήμονας αποφάσιζε να τους περάσει από ένα εργαστηριακό μικροσκόπιο θα παρατηρούσε πως κάτι, ενδεχομένως, κοινό υπήρχε στο DNA τους.

Άρα εγώ, με κάποια αξιοπερίεργη δική μου μέθοδο, η οποία θα έπρεπε να ερμηνεύεται στη γενετική- και ίσως να άξιζε και διεθνή αναγνώριση- επιζητούσα αυτές τις «ενδιαφέρουσες» περιπτώσεις. Το πώς και το γιατί, το κατάλαβα πολύ αργότερα μετά από ώρες προσωπικής ενδοσκόπησης και ψυχοθεραπείας.

Όλοι μας νιώθουμε, λοιπόν, μια ακαταμάχητη έλξη προς αυτό που έχουμε ζήσει στα παιδικά μας χρόνια. Χαρές, λύπες, μοναξιά, πληρότητα, απουσία, παρουσία. Το μοτίβο επαναλαμβάνεται με απόλυτη ακρίβεια.

Διαβάζοντας, μάλιστα, παλιότερα μηνύματα στο τηλέφωνο μου προς τις φίλες μου, παρατηρώ ένα συνεχές copy-paste σε βαθμό, οριακά, ανατριχιστικό.

Και αν εκείνες, ως επί το πλείστον, συνεχίζουν ν’ αναρωτιούνται, αν όλοι αυτοί οι άνδρες είναι μέλη κάποιας αίρεσης, που τους συναντώ στον λατρευτικό τους χώρο, εγώ πλέον, αναρωτιέμαι τι είδους πλύση εγκεφάλου έχω κάνει στον εαυτό μου και ακολουθώ πιστά τους θιασώτες αυτής της παράξενης αίρεσης, σαν να είμαι αξιαγάπητο, ζουμπουρλούδικο προβατάκι.

Όπως, άλλωστε, έλεγε σοφότατα και ο Ζαν Πωλ Σαρτρ «ο άνθρωπος είναι οι επιλογές του» και αν αυτό το παραδεχθούμε ως θεώρημα, θα καταλάβουμε πως έχουμε τον απόλυτο έλεγχο των επιλογών μας, αλλά και την αποκλειστική ευθύνη τους.

Με τη φίλη μου Ναυσικά χρησιμοποιούσαμε, πριν πολλά χρόνια, μια φράση, γεμάτη ειρωνεία, για να υποτιμούμε κάποιες συντρόφους ορισμένων ανδρών, τις οποίες δεν εγκρίναμε. «Ο κάθε άνδρας έχει δίπλα του τη γυναίκα που του αξίζει» λέγαμε και η κουβέντα ολοκληρωνόταν με χαιρέκακη ικανοποίηση.

Βέβαια, στην πραγματική ζωή, ας είμαστε ειλικρινείς, ισχύει ακριβώς και για τις γυναίκες, ότι ακριβώς ισχύει για τους άνδρες. Έστω, ότι δεν έχουμε δίπλα μας εκείνους που αξίζουμε, γιατί, τότε, αυτοί βρίσκονται στο πλευρό μας;

Μία φίλη, μου είχε αναφέρει, πως ένας δυνάστης σύντροφος της, της είχε πει κάποτε, πως δίπλα της γινόταν καλύτερος άνθρωπος κι εκείνη παρέμενε στη σχέση, ταΐζοντας την συναισθηματική πείνα της με βαρύγδουπες φράσεις σαν και αυτήν. Μετά από αρκετό καιρό, όμως, αντιλήφθηκε, πως δίπλα σ’ εκείνον γινόταν χειρότερος άνθρωπος για τον ίδιο της τον εαυτό.

Μήπως, λοιπόν, ήρθε ο καιρός να αρνηθούμε τις «τοξικές» επιλογές σε όλους τους τομείς της ζωής και να ζήσουμε με αυτούς που ξέρουν ν’ αγαπούν, όπως αγαπάμε. Είτε είναι οι φίλοι μας, είτε η οικογένεια μας.

Και ως προς τον σύντροφό μας, ας σταματήσουμε τις αναγκαστικές εκπτώσεις και ας διαλέξουμε μια haute couture δημιουργία, σαν αυτήν που έχουμε ονειρευτεί. Τι στο καλό, από κάπου θα εμφανιστεί εκείνος, είτε τώρα, είτε αργότερα στα ΚΑΠΗ, στα οποία, μάλιστα, έχω σκοπό να κάνω μεγάλο σαματά, τέτοια αλέγκρα που είμαι.

Η παγκόσμια ιστορία διδάσκει, πως όλα μπορούν να συμβούν, είτε καθαρίζεις ολημερίς και ολονυχτίς τις στάχτες του τζακιού της κακιάς μητριάς, είτε σου έχει κάτσει ένα κομμάτι μήλου στον οισοφάγο και πας για σίγουρο φούντο. Το βέβαιο είναι ένα. Αυτός ο κάποιος, που σου αξίζει, θα εμφανιστεί…