I
Την πρώτη φορά που βρέθηκα στην Σαντορίνη ήμουν δεκαέξι ετών. Οι γονείς μου, μου έκαναν το χατίρι να ταξιδέψουμε τις ατελείωτες καραβίσιες ώρες για να θαυμάσουμε τη ξακουστή θέα, έχοντας μαζί μας για παρέα την αγαπημένη φιλενάδα μου, Ιφιγένεια.
Από τότε πέρασαν πολλά χρόνια. Στο νησί βρέθηκα, στη συνέχεια, άλλες δύο φορές κάτω από πολύ διαφορετικές συνθήκες. Φέτος, λοιπόν, ήταν η τέταρτη φορά που επέλεξα για προορισμό μου το ηφαιστειογενές νησί.
Το ενδιαφέρον με την Σαντορίνη είναι πως έχει φανατικούς φίλους, μαγεμένους από τα κάλλη της, αλλά και έντονους πολέμιους, που κατσουφιάζουν στο άκουσμα του ονόματος της. Σε κάθε περίπτωση η Σαντορίνη δεν περνά απαρατήρητη.
Η πώρωση που προκαλεί στους μεν και τους δε, μοιάζει με τα σχόλια που, ενδεχομένως, να συγκεντρώνει, συχνά, γύρω από την εμφάνιση της, μια πανέμορφη, παγκοσμίου φήμη, διασημότητα. «Ναι μεν είναι καλλονή και υπέροχη, αλλά εμένα δεν είναι του τύπου μου αυτή η αψεγάδιαστη τελειότητα». Κάπως έτσι.
Μιας και άλλη δικαιολογία δεν υπάρχει. Ούτε οι παραλίες που δεν είναι πολλές, ούτε η πολυκοσμία στα καλντερίμια, ούτε η φράση: «όλοι χωρίζουν μετά τη Σαντορίνη».
Η τελευταία, μάλιστα, «θεωρία» ακούγεται αρκετά ανυπόστατη. Όπερ σημαίνει, πως όταν επισκεφτείς την Καλντέρα διαλύεις τη σχέση σου αυτομάτως, ενώ μετά το «γκαγκάνιασμα» στον ήλιο και το αραλίκι στη Γαύδο, μένεις για πάντα με τον αγαπημένο σου;
Στο κάτω-κάτω όποιος είναι να χωρίσει, θα χωρίσει. Δεν του φταίει η Σαντορίνη γι’ αυτό το δραματικό φινάλε, ούτε η ενέργεια της. Φταίει, σαφώς, η λάθος επιλογή σε σύντροφο και ουχί η επιλογή σε νησί.
Και κάπως έτσι, βρέθηκα για τέταρτη φορά στο νησί της Θήρας, αυτή τη φορά, σε ένα από τα ομορφότερα, σκαρφαλωμένα με περίτεχνο τρόπο, στην καλντέρα, ξενοδοχεία. Το ξενοδοχείο αυτό, λόγω της θέσης του και του φυσικού προνομίου του, ανταποκρινόταν με ακρίβεια στο όνομα του. Volcano View Hotel. Και όντως η ομορφιά της θέας ήταν μαγευτική. Ήταν τέτοια που σου επέβαλε για κάποια αρκετά λεπτά της ημέρας, να μη μιλάς και να χαζεύεις σαν χάνος, το ηφαίστειο, τα χρώματα, τη θάλασσα και τη σιωπή, καθώς έδυε ο ήλιος.
Όμως το Volcano View Hotel, που σίγουρα αποτελεί ένα διεθνή προορισμό, δεν με ενθουσίασε μόνο για την πολυτέλειά του και τη νευραλγική θέση του, που είναι αδιαμφισβήτητες. Με εντυπωσίασε, επιπλέον και πολύ περισσότερο, για τους ανθρώπους του, οι οποίοι χαρακτηρίζονται από όλα τα ειλικρινή, ευγενή στοιχεία που θα έπρεπε να ακολουθούν τους επαγγελματίες που ασχολούνται με τον τουρισμό.
Άμεσοι, αποτελεσματικοί και χαμογελαστοί. Υψηλές προδιαγραφές σε μια χώρα που έχει αρχίσει εδώ και χρόνια να ξεχνά τα αυτονόητα και να επιλέγει τις μίζερες εκπτώσεις στις συμπεριφορές.
Το συγκεκριμένο ξενοδοχείο αποτελεί μέρος του ομίλου Caldera Collection, του οποίου ηγείται η οικογένεια Πατηνιώτη με απόλυτο επαγγελματισμό, αλλά και με μια ευαισθησία και ενθουσιασμό που χαρακτηρίζει τους ερασιτέχνες, τους αιώνιους εραστές της τέχνης, δηλαδή.
Πίσω, λοιπόν, από τις διεθνείς βραβεύσεις των 5 ξενοδοχείων, αναδεικνύεται η φιλοσοφία της οικογένειας, η οποία δεν αφορά, μόνο, στην παροχή εξαιρετικών εμπειριών διαμονής, αλλά στην εξασφάλιση μοναδικών και αξέχαστων στιγμών ζωής.
Σκέφτηκα, μάλιστα, πως οι ιδιοκτήτες του ξενοδοχειακού Ομίλου, μου θύμισαν κάπως την οικογένεια μου. Ζεστοί, φιλόξενοι, απλοί άνθρωποι, χαιρετούν σφίγγοντας σου το χέρι, χορεύουν μαζί σου, συζητούν με όλους και χαμογελούν.
Παρατήρησα πως πολλούς από τους πελάτες, τους γνώριζαν με τα μικρά τους ονόματα. Αργότερα έμαθα πως επρόκειτο για ζευγάρια από όλες τις άκρες της γης, που επιστρέφουν στον ίδιο χώρο, εδώ πάνω από μια δεκαετία.
Συνειδητοποίησα, πως εκείνοι οι άνθρωποι δεν επιλέγουν ξανά και ξανά, συνειδητά, αυτόν τον τόπο μόνο για την ομορφιά του, αλλά, πολύ περισσότερο για την ζεστασιά των ανθρώπων.
Επιλέγουν αυτούς, που φαίνεται πως αγαπούν το νησί και το τιμούν με τρόπο που το αναδεικνύει.
Εν μέσω κρίσης, βλέποντας αυτές τις καλοκουρδισμένες επιχειρήσεις, σκέφτεσαι πως το ανέφικτο γι’ αυτή τη χώρα, μπορεί να είναι εφικτό. Νιώθεις πως μπορεί να υπάρξει αισιόδοξο σενάριο για όλους μας, αν αυτοί οι ευσυνείδητοι επαγγελματίες συνεχίσουν να προσπαθούν, αποδεικνύοντας πως η σκληρή δουλεία ανταμείβεται, ακόμη και σε έναν κόσμο που πλήττεται.
Ας επιλέξουμε, επομένως, να κάνουμε μακριά τους τοξικούς ανθρώπους που επιθυμούν «να ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα» και ας επιβραβεύσουμε τον γείτονα που προσπαθεί σκληρά για το καλύτερο, προσφέροντας τον καλύτερό του εαυτό. Ας προσπαθήσουμε μάλιστα να του μοιάσουμε στο βαθμό που μπορούμε, με τις δυνάμεις που σίγουρα έχουμε.
Και κάπου εκεί, λίγο μετά το διάσημο, παραμυθένιο Ηλιοβασίλεμα που χάζεψα άφωνη για τρίτη συνεχόμενη μέρα, ο φίλος Σάκης ξεστόμισε τη φράση κλειδί, που κάλυψε όλες τις μεγαλόστομες κουβέντες που ειπωθήκαν για το, γνωστό σε όλο τον κόσμο, νησί.
«Την Σαντορίνη την αγαπώ. Είναι ο τόπος μου». Και κάπου εκεί, όλα, αυτομάτως, ξεκαθάρισαν στο μυαλό μου. Αυτός είναι, λοιπόν, ο αγαπημένος τόπος της οικογένειας Πατηνιώτη και γι’ αυτό έχουν μάθει να τον τιμούν.
Έτσι, γεμάτη από εικόνες και εμπειρίες, άφησα κι εγώ πίσω μου την αξεπέραστη καλντέρα, για τον δικό μου τόπο, που μπορεί να μην έχει την απαράμιλλη ομορφιά της αρχαίας Καλλίστης, έχει, όμως, τους ανθρώπους που αγαπώ.
Η δικιά σας Σαντορίνη μπορεί να είναι το Παλαιόκαστρο Ελασσόνας, ή ένα μικρό σπίτι στον Πόρο. Μπορεί να είναι ένα κτήμα στο Μαυροβούνι Λακωνίας, ή το παραθαλάσσιο Κάτω Διμηνίο Κορινθίας. Είναι, απλά, ο αγαπημένος τόπος σας. Αυτός που θα βρίσκεται για πάντα μέσα σας και θα σας χαρίζει απλόχερα συγκινήσεις, όμορφες ανατολές και μοναδικά ηλιοβασιλέματα.