Χαζεύοντας, για λίγο, το τι συμβαίνει στην κοινωνία των social media, παρατήρησα μετά από καιρό, πως οι σελίδες γέμισαν λουλουδάκια, δεντράκια, ζουζουνάκια και άλλα συναφή. Όπερ σημαίνει, πως αρκετοί από εμάς επιλέξαμε να περάσουμε τις ημέρες του Πάσχα κάπου στην εξοχή.
Κι αυτό το «κάπου στην εξοχή», συνήθως συνδυάζεται με γονείς, θείους, αδέρφια, ξαδέρφια, ανίψια και φυσικά « η σκούφια του κρατάει», από τότε που ήμασταν πιτσιρίκια.
Έχοντας βρεθεί σε διάφορα μέρη στη ζωή μου, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στο εξωτερικό, για τις ημέρες του Πάσχα , τελικώς, πιστεύω, πως υπό συνθήκες- που έχεις, δηλαδή, μια οικογένεια, σχεδόν, φυσιολογική σαν τη δική μου- είναι ωραία ανάπαυλα, να περνάς αυτές τις λίγες ημέρες μαζί τους και ιδανικά οπουδήποτε παραπέμπει σε χωριό.
Κατ’ αρχάς έχεις τη μοναδική ευκαιρία, όσο ετών κι αν είσαι, να αντιμετωπίζεσαι σαν ανήλικο. Να κάθεσαι στο τραπέζι με τα παιδιά, να έχεις στυμμένη πορτοκαλάδα με το που θα ανοίξεις τα μάτια σου, να τρως κάθε τριάντα λεπτά, να κυκλοφορείς με τις πιτζάμες, να λιάζεσαι αμέριμνος και να κόβεις βόλτες σε χωράφια μαζεύοντας λουλούδια.
Στην περίπτωση μου, αν και τα χρόνια περνούν, εξακολουθώ, επιπλέον, να αντιμετωπίζω πορωμένα την υπόθεση λαμπάδα και να ζητώ κάθε χρόνο από τη Νονά μου, ό,τι πιο φαντασμαγορικό υπάρχει στην αγορά. Στόχος μου είναι, ακόμη και τώρα, να κάνω εντύπωση στην Ανάσταση, σε σημείο που να σκάνε από τη ζήλεια τους όλα τα δεκάχρονα, που βρίσκονται σε ακτίνα δύο χιλιομέτρων από εμένα.
Την Άνοιξη η φύση κάνει πάρτι- ειδικά- στα χωριά και μαζί της χορεύει και η ψυχολογία μας. Έτσι, το ελληνικό Πάσχα που είναι το πιο κλασικό χαρακτηριστικό της εποχής, μας υπενθυμίζει, πως κάπου εκεί κοντά βρίσκεται το Καλοκαίρι, για το οποίο όλοι ζούμε και αναπνέουμε. Άλλωστε όταν ανεβαίνει η θερμοκρασία, τα χαμόγελα πληθαίνουν και η οικονομική κρίση ξεχνιέται για λίγο, όπως τα μπουφάν μας σε κάποια ταβέρνα.
Ακόμα, μάλιστα και η τσουκνίδα, που είχα την ατυχία να συναντήσω χθες, με έκανε στο τέλος να χαμογελάσω- στην αρχή, βέβαια, είχα την αίσθηση πως με τσίμπησε οχιά- σκεπτόμενη το Πάσχα των παιδικών μου χρόνων, στο κτήμα της γιαγιάς μου στο Γύθειο.
Τα τελευταία είκοσι χρόνια, κατά καιρούς, αναλόγως με την συναισθηματική φάση στην οποία βρισκόμουν, επέλεγα διαφορετικούς προορισμούς, γι’ αυτές ημέρες κατάνυξης και εορτασμού. Παραδοσιακούς ή μεταμοντέρνους. Σε κάθε περίπτωση, βέβαια, συμπεριλάμβαναν λαμπάδα, φαγητά και συναναστροφή με αγαπημένους.
Πριν από μερικά χρόνια, θυμάμαι, ένας σύντροφος με είχε οδηγήσει στα όρια μου, να κλαίω απελπισμένη, μη μπορώντας να συνειδητοποιήσει την ανάγκη μου, ν’ ακολουθήσω αυτή την παιδική μυσταγωγία, που σήμαινε τόσα για μένα. Ένιωθα πληγωμένη εκείνη τη χρονιά, που δεν είχα καταφέρει να κρατήσω τη λαμπάδα Hello Kitty, επειδή «απλά δεν προλάβαμε» γιατί δεν «υπήρχε και κανένας σοβαρός λόγος». Όπως επίσης, δεν ξεχνώ και κάποιον άλλον, που απέφευγε τις εκδρομές το Πάσχα, γιατί «έχει κίνηση στους δρόμους και πού να μπλέκουμε…».
Πόσο μίζερες και οι δύο περιπτώσεις….Το παραδέχομαι βέβαια. Ίσως όλο αυτό να είναι κάπως υπερβολικό, αλλά έτσι είμαι εγώ. Θέλω να χαρώ, να βρεθώ με κόσμο, ν’ αγκαλιαστώ και ν’ αγκαλιάσω. Και φυσικά να «βάλω τα καλά μου» και να ευχηθώ σε όλους «Χρόνια Πολλά!».
Βέβαια, μεγαλώνοντας κι έχοντας βρεθεί σε πολλές διαφορετικές φάσεις στη ζωή, γνωρίζω, πως δεν είναι πάντα εφικτό, να περνάς τις ημέρες αυτές, όπως ιδανικά θα ονειρευόσουν και ίσως και με αυτούς που επιθυμείς. Κοινώς, μπορεί κάποια στιγμή να είσαι μόνος σου. Είτε κυριολεκτικά, είτε μεταφορικά. Κι εκεί έρχονται οι κλασικοί «πυροσβέστες». Οι φίλοι μας. Αυτοί, που μπορούν να μας σώσουν, να μας καταλάβουν και να μας στηρίξουν. Είναι εκείνοι που ανοίγουν το σπίτι τους, την αγκαλιά τους, το χωριό τους και μας προσφέρουν μία θέση στο οικογενειακό τραπέζι.
Ούσα, λοιπόν και σε αυτή τη φάση, έχω φιλοξενηθεί συναισθηματικά από τους αγαπημένους μου φίλους, για Πάσχα, διακοπές, εορτασμούς και λοιπές καταστάσεις, ως αναπόσπαστο κομμάτι της δικής τους οικογένειας. Και κάθε φορά που συμβαίνει αυτό, συνειδητοποιώ με χαρά, πως όλοι αυτοί, είναι η δεύτερή- υπέροχη- οικογένεια μου. Μιας και είναι εκείνοι, που με βοηθούν να μη πιστεύω, ότι φορτώνομαι, αλλά να νιώθω λίγο-πολύ «σαν στο σπίτι μου».
Και αυτές τις ημέρες τους αγαπώ ακόμη περισσότερο, σκεπτόμενη πόσο τυχερή είμαι, που με έχουν καλωσορίσει στις ζωές τους. Και ευτυχώς δεν είμαι η μόνη που αισθάνομαι έτσι, καθώς μιλώντας, χθες, με τον φίλο Κώστα, μου περιέγραψε τη δική του παρόμοια φετινή εμπειρία με ζευγάρι κολλητών του, που τον έχουν υιοθετήσει για το Πάσχα.
Για να το κάνω, λοιπόν, πιο σαφές και κάπως λιγότερο μελοδραματικό, οι αγαπημένοι φίλοι, μου θυμίζουν τις κοινωνικές διαφημίσεις για τις ημέρες του καύσωνα, που σε προτρέπουν ν’ αφήσεις λίγο νερό, έξω από το σπίτι, για το αδεσποτάκι της γειτονιάς. Κι έτσι από αδεσποτάκι, γίνεσαι κι εσύ μέρος της παρέας. Αλλά κι εσύ, δεν μπορεί, κάτι καλό θα έχεις κάνει, για να σε θέλουν κοντά τους… Οπότε σε καλό δρόμο είσαι!
Κι έτσι μετά από τις πρωινές σκέψεις, το ντάντεμα της Μαμάς, τα χατήρια του Μπαμπά, τα φιλιά των θείων, τα τσουρέκια και το παιχνίδι με τ’ ανίψια…πάω βόλτα στο χωριό για παγωτό!